Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2015

Νομοθετική παρέμβαση στο ζήτημα των ελβετικών φράγκων

Συνεχίζονται οι αναταράξεις στις αγορές συναλλάγματος

Θα πρέπει να αναρωτηθούμε για το πώς έφτασαν 11.000 περίπου χιλιάδες δανειολήπτες να χρωστούν περισσότερα απ' όσα πραγματικά 
δανείστηκαν…

ΧΙΛΙΑΔΕΣ καταναλωτές, που δανείστηκαν σε ελβετικά φράγκα και ανέλαβαν την υποχρέωση να αποπληρώνουν τη δόση του δανείου τους σε ευρώ, βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με ένα παράδοξο φαινόμενο…

Πριν από λίγους μήνες η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση C26/13 Aprad Kasler σηματοδότησε εκ νέου τη συζήτηση γύρω από το θέμα του δανεισμού καταναλωτών σε ελβετικό φράγκο. Την 15η Ιανουαρίου 2015, η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας να ελευθερώσει την ισοτιμία μεταξύ ελβετικού φράγκου και ευρώ, προκάλεσε νέες αναταράξεις στις αγορές συναλλάγματος, με την ανατίμηση του φράγκου έναντι του ευρωπαϊκού νομίσματος να φθάνει σε επίπεδα ρεκόρ αλλά και νέες πλέον συζητήσεις για την πορεία των δανείων σε ελβετικά φράγκα.

Εβδομάδες μετά, με την αρχική συζήτηση να κοπάζει αλλά και την ανησυχία να καταλαγιάζει, αποτολμάται να γίνει μια συνοπτική και κατά το δυνατόν απλοποιημένη ανάλυση του προβλήματος, με σκοπό να προβληθούν οι ρεαλιστικές δυνατότητες προστασίας καταναλωτών-συμπατριωτών μας που έλαβαν δάνειο σε ελβετικό φράγκο και βρίσκονται σήμερα να οφείλουν περισσότερα χρήματα απ' όσα είχαν συμφωνήσει.

Πριν προσεγγίσουμε τις λύσεις του προβλήματος, θα πρέπει να αναρωτηθούμε για το πώς έφτασαν 11.000 περίπου χιλιάδες δανειολήπτες να χρωστούν περισσότερα απ' όσα πραγματικά δανείστηκαν… Η απάντηση βρίσκεται κρυμμένη στις πρόνοιες των δανειακών συμβάσεων, που υπεγράφησαν την περίοδο κατά την οποία το επιτόκιο δανεισμού για καταθέσεις σε ελβετικό φράγκο ήταν εξαιρετικά ευνοϊκό και το ευρώ σε θέση ισχύος έναντι του ελβετικού φράγκου.

Στις συμβάσεις αυτές συναντά κανείς όρους δυσνόητους, με τους οποίους εσυμφωνείτο εμμέσως ότι ο συναλλαγματικός κίνδυνος αναλαμβανόταν πλήρως από τον δανειολήπτη, ο οποίος και αποδεχόταν την υποχρέωση να αποπληρώνει το δάνειο στο νόμισμα της χορήγησης του δανείου, δηλαδή σε ελβετικό φράγκο, το οποίο πληρωνόταν αφού μετατρεπόταν το ευρώ ή η κυπριακή λίρα στην τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης.
Έτσι, χρησιμοποιώντας το δέλεαρ ενός χαμηλότερου επιτοκίου, οι τράπεζες είχαν κάθε λόγο να προτείνουν στους πελάτες τους τη σύναψη τέτοιων δανείων, καθώς με τον τρόπο αυτό πετύχαιναν υπερκέρδη στη διατραπεζική αγορά συναλλάγματος, μεταθέτοντας παράλληλα τον κίνδυνο μεταβολής της ισοτιμίας ευρώ-ελβετικού φράγκου στις πλάτες των δανειοληπτών, χωρίς καν να τους ενημερώνουν για τον υφιστάμενο κίνδυνο και χωρίς καν να τους αντασφαλίζουν στον κίνδυνο με τον ίδιο τρόπο που αυτές αντασφάλιζαν τον όποιο κίνδυνο αναλάμβαναν.
Αναπόφευκτα, σχεδόν, χιλιάδες καταναλωτές, που δανείστηκαν σε ελβετικά φράγκα και ανέλαβαν την υποχρέωση να αποπληρώνουν τη δόση του δανείου τους σε ευρώ, βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με το παράδοξο φαινόμενο να αποπληρώνουν κανονικά την ολοένα αυξανόμενη δόση του δανείου τους αλλά να βλέπουν το αμείωτο κεφάλαιό του να αυξάνεται και την προοπτική αποπληρωμής να εξανεμίζεται. Ωστόσο, μπροστά σε αυτές τις δυσάρεστες εξελίξεις, οι καταναλωτές διατηρούν επιλογές.
Η βασική επιλογή για την προστασία τους είναι η προσφυγή στις διατάξεις του νόμου για την προστασία του καταναλωτή, με αίτημα την ακύρωση των συμβατικών όρων που τους μεταθέτουν εξολοκλήρου τον συναλλαγματικό κίνδυνο ή την εξ υπαρχής ακύρωση των συμβάσεών τους.
Οι συμβατικοί όροι συνιστούν όρους που δεν έχουν συμφωνηθεί κατόπιν ατομικής διαπραγμάτευσης των δανειοληπτών με την τράπεζα, αλλά έχουν τεθεί εκ των προτέρων με σκοπό τη χρήση τους σε αόριστο αριθμό μελλοντικών συμβάσεων.

Τέτοιοι συμβατικοί όροι απαγορεύονται και είναι άκυροι ώς καταχρηστικοί, όταν έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή-πελάτη της τράπεζας.

Η ισορροπία αυτή διαταράσσεται και όταν οι όροι που χρησιμοποιούνται δεν είναι διατυπωμένοι με σαφήνεια και διαφάνεια, αλλά αντίθετα είναι αόριστοι και δυσνόητοι για τον μέσο καταναλωτή, με αποτέλεσμα να μην του επιτρέπουν να αντιληφθεί τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες που απορρέουν από τους όρους αυτούς.

Έτσι, τα Εθνικά Δικαστήρια πολλών ευρωπαϊκών χωρών αλλά και το Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν ήδη κρίνει άκυρους ως καταχρηστικούς και αόριστους τους όρους αυτούς των δανείων σε ελβετικό φράγκο, δικαιώνοντας με τον τρόπο αυτό τους δανειολήπτες που προσέφυγαν στη δικαιοσύνη.
Τα Δικαστήρια έκριναν, συγκεκριμένα, ότι στους επίμαχους όρους δεν διατυπώνεται σαφώς ο τρόπος λειτουργίας της συναλλαγματικής ισοτιμίας και η μέθοδος μετατροπής του ευρώ σε ελβετικό φράγκο, με αποτέλεσμα ο πελάτης-καταναλωτής, που δεν διαθέτει εξειδικευμένες νομικές ή οικονομικές γνώσεις, να είναι ανήμπορος να υπολογίσει εκ των προτέρων, τόσο το ύψος των μηνιαίων δόσεων, που θα εκαλείτο να καταβάλει για την αποπληρωμή του δανείου του, όσο και το ύψος του ανεξόφλητου κεφαλαίου του τελευταίου, σε περίπτωση που η ισοτιμία μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου εδιαφοροποιείτο σε βάρος του.

Συνεπώς, οι δανειολήπτες, στηριζόμενοι κυρίως στην ελλιπή και/ή ανύπαρκτη ενημέρωσή τους για τους όρους των επίμαχων δανείων σε ελβετικό φράγκο αλλά και στην υπερβολική προώθηση των εν λόγω δανείων από τις τράπεζες, έχουν τη δυνατότητα να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και να ζητήσουν το «κλείδωμα» της ισοτιμίας ευρώ-ελβετικού φράγκου.

Αίτημά τους θα είναι η αποπληρωμή του δανείου τους σε ευρώ, με βάση την ισοτιμία που ίσχυε κατά την ημέρα εκταμίευσης του δανείου και όχι με βάση την ισοτιμία που ισχύει κατά την ημέρα καταβολής, όπως συμβαίνει σήμερα. Ας σημειωθεί, δε, ότι ήδη κάποιες τράπεζες, υπό τον φόβο ότι πολλοί δανειολήπτες θα προσφύγουν στη Δικαιοσύνη, έρχονται σε επικοινωνία μαζί τους προτείνοντας μειώσεις στις μηνιαίες δόσεις των δανείων για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Είναι όμως και κάποιες άλλες τράπεζες που, αντί να δουν το πρόβλημα και να προσφέρουν λύσεις σ’ αυτό, εκδίδουν ανακοινώσεις, με τις οποίες αναδεικνύουν την επενδυτική διορατικότητά τους αλλά και την τεχνογνωσία τους να περιορίσουν τους κινδύνους τους από την πρόσφατη συναλλαγματική ανατροπή, χωρίς, όμως, να διαφυλάξουν τη σχέση εμπιστοσύνης που θα έπρεπε να είχαν έναντι των πελατών τους και καταναλωτών.

Ανάγκη προστασίας των καταναλωτών

Η ΑΝΑΓΚΗ, λοιπόν, προστασίας των καταναλωτών προϋποθέτει εκ μέρους τους την προώθηση σχετικών διαδικασιών για την αναζήτηση σχετικών και δοσμένων θεραπειών, που ευρίσκονται στις διατάξεις των ειδικών νομοθεσιών. Η ανάγκη, όμως, προστασίας 11.000 δανειοληπτών και/ή 6 δισεκατομμυρίων κεφαλαίων περίπου δημιουργεί την υποχρέωση στην Πολιτεία να παρέμβει νομοθετικά στο ζήτημα των δανείων σε ελβετικό φράγκο, με τρόπο που η ανασφάλεια των δανειοληπτών να λάβει σύντομα τέλος.
Προηγούμενα υπάρχουν νομοθετικής παρέμβασης στο ζήτημα από χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προηγούμενο, επίσης, υπάρχει τόσο σε πρωτογενές και δευτερογένες επίπεδο δικαίου αλλά και σε νομολογιακό πλέον επίπεδο στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη, που υποβάλλει και υποχρεώνει την εφαρμογή τους.
Πηγη : http://www.sigmalive.com/  -  ΓΙΩΡΓΟΣ Τ. ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου